«Μάστιγα» στη σύγχρονη κοινωνία, ταλαιπωρεί πολύ κόσμο, χωρίς όμως να γνωρίζουμε τι ακριβώς είναι και πώς προκαλείται.
Από τον Εμμανουήλ Γ. Πέτρου
Ιατρό-καρδιολόγο, Medical Affairs Director της Lavipharm Hellas
Η αρτηριακή υπέρταση είναι η υψηλή πίεση του αίματος στο εσωτερικό του τοιχώματος των μεγάλων αρτηριών του σώματος. Η αρτηριακή πίεση καταγράφεται με δύο αριθμούς, π.χ. 150/95, και μετριέται σε χιλιοστά στήλης υδραργύρου (mmHg). Ο μεγαλύτερος αριθμός αποτελεί τη συστολική («μεγάλη») πίεση και ο μικρότερος καταγράφει τη διαστολική («μικρή») πίεση. Αρτηριακή υπέρταση εμφανίζουν τα άτομα στα οποία είτε η συστολική τους πίεση καταγράφεται ≥140 mmHg είτε η διαστολική τους είναι ≥90 mmHg.
Η αρτηριακή υπέρταση επηρεάζει συνήθως τους ενήλικες και προκαλεί, μακροπρόθεσμα, πολυάριθμα νοσήματα. Ένας στους τρεις ενήλικες παγκοσμίως εμφανίζει υπέρταση, οπότε έχει αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης επιπλοκών, όπως η στεφανιαία νόσος και το έμφραγμα του μυοκαρδίου, το αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο και η νεφρική ανεπάρκεια.
Η υπέρταση είναι πάθηση η οποία ευθύνεται για το 50% του συνόλου των θανάτων από αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια και καρδιοπάθειες, σε παγκόσμιο επίπεδο. Αν παραμείνει αρρύθμιστη, μπορεί να προκαλέσει επίσης καρδιακές αρρυθμίες, καρδιακή ανεπάρκεια και απώλεια όρασης.
Ο κίνδυνος εμφάνισης επιπλοκών είναι γενικά μεγαλύτερος αν συνυπάρχουν άλλα νοσήματα ή καταστάσεις που βλάπτουν τα αγγεία (ο σακχαρώδης διαβήτης, η υψηλή χοληστερόλη, το κάπνισμα κ.ά.).
Ο επιπολασμός (συνολικός αριθμός περιπτώσεων μιας πάθησης κατά τη διάρκεια μιας δεδομένης χρονικής περιόδου) της υπέρτασης μεταξύ των ενηλίκων είναι υψηλότερος στην Ευρώπη, την Αφρική και την Ανατολική Μεσόγειο έναντι της Ασίας, της Αμερικής και της Αυστραλίας. Υπολογίζεται ότι 1 δισεκατομμύριο άνθρωποι έχουν υψηλή αρτηριακή πίεση παγκοσμίως και πάνω από 170 εκατομμύρια στην Ευρώπη.
Η παγκόσμια αγορά αντιυπερτασικών φαρμάκων εκτιμήθηκε σε 32,72 δισ. ευρώ το 2021. Μόνο η ευρωπαϊκή αγορά το 2021 έφτασε τα 9,27 δισ. ευρώ.
Στην Ελλάδα, ο επιπολασμός της υπέρτασης φαίνεται να αυξάνεται και επηρεάζει το 40% των ενηλίκων. Το ένα τρίτο από αυτούς είναι αδιάγνωστοι και μόνο το 30% ελέγχεται με θεραπεία. Η πιθανότητα εμφάνισης της αρτηριακής υπέρτασης αυξάνεται με την ηλικία. Στους ηλικιωμένους άνω των 65 ετών, η υπέρταση αγγίζει σε ποσοστό το 50% του πληθυσμού αυτού.
Στο 95% των περιπτώσεων, η αρτηριακή υπέρταση οφείλεται σε ιδιοπαθή αίτια, π.χ. κληρονομικότητα. Συνήθως, εμφανίζεται μετά την ηλικία των 30 ετών, αλλά μπορεί να εμφανιστεί, σπάνια, και σε παιδιά. Στις υπόλοιπες περιπτώσεις, η αρτηριακή υπέρταση οφείλεται σε κάποιο άλλο νόσημα
(δευτεροπαθής υπέρταση), το οποίο όταν αντιμετωπιστεί επιτυχώς, θεραπεύεται και η ίδια. Τέτοια νοσήματα που προκαλούν δευτεροπαθή υπέρταση είναι η χρόνια νεφροπάθεια, η στένωση των νεφρικών αρτηριών, η υπνική άπνοια κ.ά.
Η υπέρταση δεν προκαλεί κάποιο ιδιαίτερο ή τυπικό σύμπτωμα και για τον λόγο αυτό συνήθως διαγιγνώσκεται καθυστερημένα ή όταν έχουν ήδη συμβεί κάποιες επιπλοκές.
Πιο συγκεκριμένα, και σύμφωνα με τις επιστημονικές μελέτες και τις οδηγίες των αρχών δημόσιας υγείας, ο κίνδυνος εκδήλωσης της υπέρτασης μπορεί να μειωθεί μέσω:
Η ύπαρξη πολλών αντιυπερτασικών φαρμάκων και η αποτελεσματική ρύθμιση της αρτηριακής υπέρτασης σε φυσιολογικά επίπεδα μειώνουν τον κίνδυνο για αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο κατά περίπου 40%, για στεφανιαία νόσο κατά περίπου 25% και για καρδιακή ανεπάρκεια κατά 50%.
Η στενή παρακολούθηση από τον γιατρό και η υιοθέτηση ενός υγιεινού τρόπου ζωής βοηθούν στην περαιτέρω ελάττωση των τιμών της αρτηριακής πίεσης και έχουν πολλαπλά οφέλη για τον οργανισμό.
«Μάστιγα» στη σύγχρονη κοινωνία, ταλαιπωρεί πολύ κόσμο, χωρίς όμως να γνωρίζουμε τι ακριβώς είναι και πώς προκαλείται.
Από τον Εμμανουήλ Γ. Πέτρου
Ιατρό-καρδιολόγο, Medical Affairs Director της Lavipharm Hellas
Η αρτηριακή υπέρταση είναι η υψηλή πίεση του αίματος στο εσωτερικό του τοιχώματος των μεγάλων αρτηριών του σώματος. Η αρτηριακή πίεση καταγράφεται με δύο αριθμούς, π.χ. 150/95, και μετριέται σε χιλιοστά στήλης υδραργύρου (mmHg). Ο μεγαλύτερος αριθμός αποτελεί τη συστολική («μεγάλη») πίεση και ο μικρότερος καταγράφει τη διαστολική («μικρή») πίεση. Αρτηριακή υπέρταση εμφανίζουν τα άτομα στα οποία είτε η συστολική τους πίεση καταγράφεται ≥140 mmHg είτε η διαστολική τους είναι ≥90 mmHg.
Η αρτηριακή υπέρταση επηρεάζει συνήθως τους ενήλικες και προκαλεί, μακροπρόθεσμα, πολυάριθμα νοσήματα. Ένας στους τρεις ενήλικες παγκοσμίως εμφανίζει υπέρταση, οπότε έχει αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης επιπλοκών, όπως η στεφανιαία νόσος και το έμφραγμα του μυοκαρδίου, το αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο και η νεφρική ανεπάρκεια.
Η υπέρταση είναι πάθηση η οποία ευθύνεται για το 50% του συνόλου των θανάτων από αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια και καρδιοπάθειες, σε παγκόσμιο επίπεδο. Αν παραμείνει αρρύθμιστη, μπορεί να προκαλέσει επίσης καρδιακές αρρυθμίες, καρδιακή ανεπάρκεια και απώλεια όρασης.
Ο κίνδυνος εμφάνισης επιπλοκών είναι γενικά μεγαλύτερος αν συνυπάρχουν άλλα νοσήματα ή καταστάσεις που βλάπτουν τα αγγεία (ο σακχαρώδης διαβήτης, η υψηλή χοληστερόλη, το κάπνισμα κ.ά.).
Ο επιπολασμός (συνολικός αριθμός περιπτώσεων μιας πάθησης κατά τη διάρκεια μιας δεδομένης χρονικής περιόδου) της υπέρτασης μεταξύ των ενηλίκων είναι υψηλότερος στην Ευρώπη, την Αφρική και την Ανατολική Μεσόγειο έναντι της Ασίας, της Αμερικής και της Αυστραλίας. Υπολογίζεται ότι 1 δισεκατομμύριο άνθρωποι έχουν υψηλή αρτηριακή πίεση παγκοσμίως και πάνω από 170 εκατομμύρια στην Ευρώπη.
Η παγκόσμια αγορά αντιυπερτασικών φαρμάκων εκτιμήθηκε σε 32,72 δισ. ευρώ το 2021. Μόνο η ευρωπαϊκή αγορά το 2021 έφτασε τα 9,27 δισ. ευρώ.
Στην Ελλάδα, ο επιπολασμός της υπέρτασης φαίνεται να αυξάνεται και επηρεάζει το 40% των ενηλίκων. Το ένα τρίτο από αυτούς είναι αδιάγνωστοι και μόνο το 30% ελέγχεται με θεραπεία. Η πιθανότητα εμφάνισης της αρτηριακής υπέρτασης αυξάνεται με την ηλικία. Στους ηλικιωμένους άνω των 65 ετών, η υπέρταση αγγίζει σε ποσοστό το 50% του πληθυσμού αυτού.
Στο 95% των περιπτώσεων, η αρτηριακή υπέρταση οφείλεται σε ιδιοπαθή αίτια, π.χ. κληρονομικότητα. Συνήθως, εμφανίζεται μετά την ηλικία των 30 ετών, αλλά μπορεί να εμφανιστεί, σπάνια, και σε παιδιά. Στις υπόλοιπες περιπτώσεις, η αρτηριακή υπέρταση οφείλεται σε κάποιο άλλο νόσημα
(δευτεροπαθής υπέρταση), το οποίο όταν αντιμετωπιστεί επιτυχώς, θεραπεύεται και η ίδια. Τέτοια νοσήματα που προκαλούν δευτεροπαθή υπέρταση είναι η χρόνια νεφροπάθεια, η στένωση των νεφρικών αρτηριών, η υπνική άπνοια κ.ά.
Η υπέρταση δεν προκαλεί κάποιο ιδιαίτερο ή τυπικό σύμπτωμα και για τον λόγο αυτό συνήθως διαγιγνώσκεται καθυστερημένα ή όταν έχουν ήδη συμβεί κάποιες επιπλοκές.
Πιο συγκεκριμένα, και σύμφωνα με τις επιστημονικές μελέτες και τις οδηγίες των αρχών δημόσιας υγείας, ο κίνδυνος εκδήλωσης της υπέρτασης μπορεί να μειωθεί μέσω:
Η ύπαρξη πολλών αντιυπερτασικών φαρμάκων και η αποτελεσματική ρύθμιση της αρτηριακής υπέρτασης σε φυσιολογικά επίπεδα μειώνουν τον κίνδυνο για αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο κατά περίπου 40%, για στεφανιαία νόσο κατά περίπου 25% και για καρδιακή ανεπάρκεια κατά 50%.
Η στενή παρακολούθηση από τον γιατρό και η υιοθέτηση ενός υγιεινού τρόπου ζωής βοηθούν στην περαιτέρω ελάττωση των τιμών της αρτηριακής πίεσης και έχουν πολλαπλά οφέλη για τον οργανισμό.